Την Παρασκευή 24 Οκτωβρίου στις 20.30, στον Καθολικό Καθεδρικό Ναό Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου η Χορωδία της ΕΡΤ θα παρουσιάσει τα έργα:
Dies Irae
(«Ημέρα Οργής»), 13ος αι., γρηγοριανή μελωδία (sequentia), από τη Νεκρώσιμη Ακολουθία
Σολίστ: Αλεξάνδρα Πλέσια , Στέφανος Καργατζής
Requiem, Maurice Duruflé (1902-1986), op.9
για Μικτή Χορωδία, Βαρύτονο, Μεσόφωνο, Βιολοντσέλο και Εκκλησιαστικό Όργανο
Σολίστ: Μαρίνα Ρετσκάλοβα, Χρήστος Ραμμόπουλος
Βιολοντσέλο: Άγγελος Λιακάκης
Εκκλησιαστικό Όργανο: Ελένη Κεβεντσίδου
Μουσική Διεύθυνση: Σοφία Γιολδάση


Λίγα Λόγια για το Requiem του Duruflé
Ο Maurice Duruflé (1902-1986) ήταν οργανίστας στην εκκλησία St Étienne-du-Mont του Παρισιού από το 1929 μέχρι και το 1975. Το 1941, κατά τη διάρκεια των σκληρότερων χρόνων του Β‘ Παγκοσμίου Πολέμου, ξεκίνησε να συνθέτει μία σουίτα για εκκλησιαστικό όργανο, βασισμένη σε Γρηγοριανές μελωδίες της Καθολικής Νεκρώσιμου Ακολουθίας. Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ο εκδοτικός του οίκος, Durand, του ανέθεσε να συνθέσει ένα μεγάλης διάρκειας έργο, ο Duruflé αναδιαμόρφωσε αυτά τα οργανικά κομμάτια προσθέτοντας χορωδιακά μέρη και ορχήστρα. Το έργο του Requiem (op. 9) ολοκληρώθηκε το 1947 και σήμερα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα μουσικά αριστουργήματα του 20ου αιώνα.
Η επιλογή και η σειρά των μερών του έργου ακολουθεί τη δομή του Requiem του Fauré (με εξαίρεση την προσθήκη του «Lux aeterna»), παρ’όλα αυτά ο ίδιος ο συνθέτης έχει υποστηρίξει ότι δεν επηρεάστηκε από τον Fauré για τη σύνθεση του δικού του Requiem. Το συνθετικό ύφος του Duruflé έχει επιρροές από τους προγενέστερους Γάλλους ιμπρεσιονιστές, ξεκινώντας από τον Ravel και φτάνοντας μέχρι τον Debussy. Από πολλούς θεωρητικούς, μάλιστα, θεωρείται ως ο τελευταίος ιμπρεσιονιστής, αφού συνειδητά δεν ακολούθησε την avant-garde γραφή της εποχής του, αλλά επέλεξε να εκφραστεί μέσα από ένα πιο λυρικό προσωπικό ύφος. Η αρμονία του έργου είναι τροπική με πολλά μεσαιωνικά και ιμπρεσιονιστικά στοιχεία (συγχορδίες σε παράλληλη κίνηση, πεντατονικές και ολοτονικές κλίμακες, κ.ά), όπου συχνά οι συγχορδίες χρησιμοποιούνται καθαρά για το χρώμα τους και όχι για τη λειτουργικότητά τους.
Για την προσέγγιση των Γρηγοριανών μελωδιών, ο Duruflé ζήτησε τη βοήθεια του οργανίστα και θεολόγου, ειδήμονα στο είδος, Auguste Le Guennant (1881-1972), ο οποίος τον μύησε στην ερμηνεία και ρυθμολογία του Γρηγοριανού μέλους σύμφωνα με την παράδοση των Βενεδικτίνων Μοναχών του μοναστηριού Saint-Pierre de Solesmes. Οι Γρηγοριανές μελωδίες έχουν πάντα κυρίαρχο ρόλο στο Requiem, είτε βρίσκονται στις φωνητικές γραμμές, είτε είναι «κρυμμένες» στις γραμμές του εκκλησιαστικού οργάνου.
Η αρχική εκδοχή του Requiem ήταν για χορωδία, σολίστες και μεγάλη ορχήστρα. Αργότερα, για να μπορεί να παίζεται και σε μικρότερους χώρους, ο συνθέτης επεξεργάστηκε μία εκδοχή για εκκλ. όργανο και μικρή ορχήστρα και άλλη μία για εκκλ. όργανο και βιολοντσέλο ad libitum.
Απόψε θα ακούσετε την τελευταία εκδοχή. Ο ύμνος Dies Irae, ο οποίος δεν υπάρχει ως αυτοτελές μέρος στο Requiem, συμπληρώνεται στην αρχή του προγράμματος, σε μία εκδοχή επηρεασμένη από την αρχική μεσαιωνική μορφή του ύμνου.
Καλή ακρόαση,
Σοφία Γιολδάση
Η Σοφία Γιολδάση σπούδασε Διεύθυνση Χορωδίας (ΒΑ & ΜΑ) στο Conservatorium van Amsterdam της Ολλανδίας. Είναι, επίσης, αριστούχος πτυχιούχος Αρμονίας, Αντίστιξης, Φούγκας & Μουσικής Παιδαγωγικής/Μουσικολογίας του Τ.Μ.Σ. του Α.Π.Θ. ως υπότροφος του ΙΚΥ. Για περισσότερα από 15 χρόνια έχει δουλέψει με όλων των ειδών τις χορωδίες με αξιοσημείωτη επιτυχία. Ως μαέστρος της Νέας Παιδικής Χορωδίας του Άμστερνταμ εμφανίστηκε στις σημαντικότερες αίθουσες συναυλιών της Ολλανδίας, κέρδισε Ασημένιο Βραβείο στον Διεθνή Διαγωνισμό Cantemus, ηχογράφησε για την Ολλανδική Ραδιοφωνία-Τηλεόραση, για την Deutsche Grammophon, & είχε την τιμή να διευθύνει στην ορκωμοσία του Βασιλιά της Ολλανδίας, Willem Alexander, γεγονός που παρακολούθησαν ζωντανά εκατομμύρια άνθρωποι σ’όλο τον κόσμο. Δίδαξε σολφέζ, θεωρία και φωνητική στη Netherlands Children’s Choir, προετοιμάζοντας τα παιδιά για παραγωγές όπως η 3η και η 8η Συμφωνία του Mahler (συναυλίες με τις Berliner Philharmoniker/Sir Simon Rattle και Concertgebouw Orchestra/Mariss Jansons, αντίστοιχα). Από το 2015 ζει στη Θεσσαλονίκη. Είναι μαέστρος του Γυναικείου Φωνητικού Συνόλου «Voci Contra Tempo» και των Παιδικών-Νεανικών χορωδιών του Συλλόγου Φίλων Μουσικής του Μεγάρου Μουσικής Θες/νίκης. Διδάσκει Διεύθυνση Χορωδίας στο Ωδείο Μελωδία Καλαμαριάς. Καλείται συχνά να διδάξει σε masterclasses, σεμινάρια & workshops σε Ελλάδα, Τουρκία, Ιταλία, Ισραήλ, Κύπρο, Σερβία, Κόσοβο, Αυστρία & Ολλανδία. Συνεργάζεται συχνά με φορείς όπως: IFCM, ECA, Feniarco, Accademia Corale Italiana, Choralspace, Πανεπιστήμιο Hacettepe (Τουρκίας), ΥΠ.Π.Κύπρου, Εθνική Λυρική Σκηνή, Χορωδία της ΕΡΤ, Κ.Ο.Θ., Σ.Ο.Δ.Θ., Μ.Μ.Θ., κ.ά. Έχει διευθύνει εκατοντάδες συναυλίες με πολλές πρώτες εκτελέσεις χορωδιακών έργων, σε μερικούς από τους σπουδαιότερους χώρους Πολιτισμού όπως το Ηρώδειο, η Φιλαρμονική του Βερολίνου, η Concertgebouw Amsterdam, κ.ά. Άρθρα και εργασίες της πάνω στη χορωδιακή μουσική δημοσιεύονται σε Ελληνικά και ξένα περιοδικά (Choraliter, World Choir Symposium 2023, κ.ά.). Η χορωδιακή επεξεργασία της στο παραδοσιακό τραγούδι “Μάνα μου, μάνα” επιλέχθηκε να ακουστεί στους τίτλους τέλους της πολυβραβευμένης ταινίας ΦΟΝΙΣΣΑ (σκηνοθ. Εύας Νάθενα).
Η Ελένη Κεβεντσίδου ξεκίνησε τις μουσικές τις σπουδές στο Εθνικό Ωδείο με την Καίτη Τρούλη (1995, Δίπλωμα πιάνου με ‘Άριστα παμψηφεί και Ά Βραβείο’). Ως υπότροφος του Συλλόγου ´Οι φίλοι της Μουσικής’ μαθήτευσε από το 1998-2001 κοντά στο διεθνούς φήμης οργανίστα Nicolas Kynaston και συνέχισε τις σπουδές της στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου ως υπότροφος του Ιδρύματος Α.Σ. Ωνασης υπό την καθοδήγηση των Nicolas Kynaston και David Titterington (Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στην Εκτέλεση με Διάκριση, 2004). Τo 2004 απέσπασε τα βραβεία ερμηνείας Margaret and Sydney Lovett Organ Prize και United Music Publishers Ensemble Prize, Λονδίνο. Το 2007 της απενεμήθη το βραβείο της Καλλιτεχνικής Διευθύντριας στο Διεθνή Διαγωνισμό Οργάνου στο Kaliningrad της Ρωσίας. Έχει εμφανιστεί ως σολίστ και μέλος Μουσικής Δωματίου στην Ελλάδα, Κύπρο, Ρουμανία, Μεγάλη Βρετανία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία, Νορβηγία, Φινλανδία, Πολωνία, Ρωσία, Ηνωμένες Πολιτείες. Έχει ηχογραφήσει στο Royal Festival Hall για τη Royal Academy και South London Organ Society, χορωδιακή μουσική στο Rugby School για τη Regent Records και στο Selby Abbey τα μεγάλα έργα του Max Reger για εκκλησιαστικό όργανο. Πρόσφατα ηχογράφησε στο Royal Hospital School στο Holbrook έργα για σόλο εκκλησιαστικό όργανο των J.S.Bach, F. Liszt και Μax Reger, στο Rugby School μουσική για βιολί και εκκλησιαστικό όργανο και στο Burnt Oak του Λονδίνου μουσική για κόντρα-τενόρο και εκκλησιαστικό όργανο για τη Ravensbury Records. Διδάσκει εκκλησιαστικό όργανο και πιάνο στο Rugby School, Kent College και East London Piano Service και είναι Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Canterbury (διατριβή πάνω στην ανάλυση και εκτέλεση των Παραλλαγών για όργανο του Μax Reger, έργο 73, με την πλήρη υποτροφία και υποστήριξη του Canterbury Christ Church University) και πρόσφατα διορίστηκε ως καθηγήτρια οργάνου στη London Performing Music Academy.
Ο Άγγελος Λιακάκης ξεκίνησε μαθήματα βιολοντσέλου με
τον Χρήστο Σφέτσα και συνέχισε τις σπουδές του ως υπότροφος των ιδρυμάτων Ι.Κ.Υ. και Ωνάση με τους Csaba Onczay, Leonid Gorokhov και Kim Bak Dinitzen. Εμφανίζεται τακτικά ως σολίστ και ως μέλος συνόλων μουσικής δωματίου, έχοντας δώσει ρεσιτάλ και συναυλίες σε μεγάλα φεστιβάλ της Ελλάδας και του εξωτερικού. Έχει συνεργαστεί ως σολίστ με τις Κρατικές Ορχήστρες Αθηνών και Θεσσαλονίκης, την Καμεράτα – Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής, την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Ε.Ρ.Τ., την BBC Scottish Symphony Orchestra, την Bilkent Symphony Orchestra, την Evergreen Symphony Orchestra, καθώς και την Orchester 1756 μεταξύ άλλων. Έχει διατελέσει μέλος του Νέου Ελληνικού Κουαρτέτου, με το οποίο έχει εμφανιστεί σε πολυάριθμες συναυλίες και έχει σημειώσει σημαντική δισκογραφία για τις εταιρίες BIS, EMI Classics, Naxos, Legend κ.α.. Είναι μόνιμος συνεργάτης και μέλος της καλλιτεχνικής επιτροπής του Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου Χανίων, από την ίδρυσή του, το 2012. Το ρεπερτόριο του καλύπτει ένα ευρύ φάσμα της μουσικής φιλολογίας, από το μπαρόκ μέχρι την avant-garde, ενώ διατηρεί ιδιαίτερους δεσμούς με τους Έλληνες δημιουργούς, με το ενεργητικό του να περιλαμβάνει πολλές πρώτες εκτελέσεις έργων τους. Είναι Κορυφαίος βιολοντσελίστας της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών (Κ.Ο.Α.). Παράλληλα, είναι καθηγητής βιολοντσέλου και μουσικής δωματίου στο Ωδείο Athenaeum, ενώ παραδίδει τακτικά σεμινάρια βιολοντσέλου στο Φεστιβάλ Πηλίου και τη Διεθνή Μουσική Ακαδημία Δράμας. Από το 2016 διοργανώνει στην Αθήνα το Διαρκές Σεμινάριο Μουσικής Δωματίου, το οποίο τελεί υπό την αιγίδα της Κ.Ο.Α. Παίζει με βιολοντσέλο κατασκευασμένο το 2020 από τον Haiko Seifert.
